14.5.07

Τα ασφαλιστικά ταμεία και ο "φόρος Tobin"

Με αφορμή τις "περιπέτειες" των αποθεμάτων των ασφαλιστικών ταμείων στο διεθνές τραπεζικό σύστημα, υπενθυμίζουμε την πρόταση εισαγωγής ενός μικρού φόρου (0,1 ~ 0,5%) στις κινήσεις κεφαλαίου στις διεθνείς αγορές συναλλάγματος που πρότεινε για πρώτη φορά το 1972 ο Νομπελίστας Οικονομολόγος James Tobin ως μηχανισμό περιορισμού της κερδοσκοπίας.

Η πρόταση αυτή, θα μπορούσε να υιοθετηθεί από το συνδικαλιστικό κίνημα, συμπληρωματικά ή και παράλληλα στην πρόταση για "επιστροφή των κλεμμένων" μια και θεσμοθετεί έναν αποτελεσματικό, εναλλακτικό τρόπο για την χρηματοδότηση των ταμείων των εργαζομένων.

Περισσότερες πληροφορίες στο http://en.wikipedia.org/wiki/Tobin_tax


Επίσης, για πληρέστερη ενημέρωση, παραθέτουμε άρθρο του Χρήστου Τριανταφύλλου, το οποίο δημοσιεύθηκε στο τεύχος 45 του Μαρτίου 1999 του περιοδικού «ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ» του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ.

Μ.Κ.

ΦΟΡΟΣ ΤΟΒΙΝ: ΜΙΑ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΗ ΠΡΟΤΑΣΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΕΡΙΟΣΜΟ ΤΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΚΕΡΔΟΣΚΟΠΙΑΣ

Η πλήρης ελευθερία στην κίνηση των κεφαλαίων, οι φορολογικοί παράδεισοι και η εκρηκτική αύξηση των κερδοσκοπικών συναλλαγών καταδικάζουν τις διάφορες κυβερνήσεις σε ένα ανταγωνισμό για την προσέλκυση επενδυτών και κεφαλαίων.

Αυτή η πτυχή της παγκοσμιοποίησης που αφορά τις χρηματιστικές συναλλαγές μειώνει όλο και περισσότερο την φορολογητέα ύλη των κρατών λόγω της αυξημένης κινητικότητας του κεφαλαίου με αποτέλεσμα να αυξάνεται κατά την τελευταία εικοσαετία η φορολογική επιβάρυνση του συντελεστή εργασία ή /και να συρρικνώνονται οι δημόσιες δαπάνες, ενώ παράλληλα αυξάνονται οι ανάγκες σε επίπεδο κοινωνικής προστασίας στις αναπτυγμένες χώρες. Κατά καιρούς, διάφορα εθνικά νομίσματα δέχονται καταστροφικές κερδοσκοπικές επιθέσεις, με σοβαρές επιπτώσεις στην πραγματική οικονομία των αντίστοιχων χωρών και αλυσιδωτές επιπτώσεις στην παγκόσμια οικονομία.

Η φορολόγηση των χρηματιστικών εισοδημάτων αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση προκειμένου να σταματήσει να μεταφέρεται το φορολογικό βάρος στην εργασία, να περιορισθεί η οικονομική αστάθεια και η διεύρυνση των κοινωνικών ανισοτήτων.

Απαιτούνται επομένως μηχανισμοί αποτρεπτικού χαρακτήρα στην πλήρη ελευθερία μετακίνησης των κεφαλαίων και στην κερδοσκοπία .Ενας από αυτούς είναι και ο φόρος Τobin - που φέρει το όνομα του James Tobin, βραβείο Νόμπελ οικονομίας το 1981 - ο οποίος πρότεινε για πρώτη φορά το 1972, μία μορφή φορολόγησης του κεφαλαίου που αφορά συγκεκριμένα τις κινήσεις κεφαλαίων στην αγορά συναλλάγματος, με βασικό στόχο τον περιορισμό της κερδοσκοπίας που γίνεται πάνω στα νομίσματα και την αύξηση της αυτονομίας των κυβερνήσεων σε επίπεδο μακροοικονομικής πολιτικής . Πρόκειται για μία πρόταση που επανέρχεται κατά καιρούς στην επικαιρότητα, κυρίως, σε περιόδους νομισματικών κρίσεων (το 1992 και 1993 με τις ευρωπαϊκές νομισματικές κρίσεις, το 1994 με την μεξικανική κρίση , και κυρίως πρόσφατα με την ασιατική κρίση)

Σύμφωνα με την Τράπεζα Διεθνών Συναλλαγών, στις αγορές συναλλάγματος ο όγκος των συναλλαγών έφτανε το 1995 τα 1300 δισ. δολάρια ημερησίως έναντι 18 δισ. στις αρχές της δεκαετίας του 70. Συγκριτικά, ο ετήσιος όγκος του διεθνούς εμπορίου σε αγαθά και υπηρεσίες δεν είναι παρά 4300 δισ. δολάρια. Επιπλέον το 80% των συναλλαγών στην αγορά συναλλάγματος έχουν διάρκεια εφτά ημερών ή λιγότερο, ενώ στις περισσότερες περιπτώσεις οι μετακινήσεις γίνονται μέσα στην ίδια ημέρα. Σύμφωνα με παλαιότερη εκτίμηση της ίδιας Τράπεζας, το 1992 λιγότερο από το 3% του ημερήσιου όγκου στις αγορές συναλλάγματος -1200 δισ. δολάρια- αφορούσε σε συναλλαγές προϊόντων.

Ο φόρος Tobin μπορεί να συμβάλει στην μείωση των διακυμάνσεων των ισοτιμιών και της αστάθειας των αγορών και να αυξήσει την αυτονομία των κυβερνήσεων σε επίπεδο νομισματικής πολιτικής, ενώ παράλληλα τα τεράστια ποσά που διακινούνται ακόμη και αν φορολογηθούν με ένα πολύ μικρό ποσοστό μπορούν να επιφέρουν σημαντικά φορολογικά έσοδα.

Ο Τobin θεωρεί ότι η φορολόγηση των συναλλαγών στις αγορές συναλλάγματος είναι ένας τρόπος να “εισαχθεί ένας κόκκος άμμου στα γρανάζια εξαιρετικά αποτελεσματικών εργαλείων”. Ένας φόρος της τάξης του 0,5% επιβαρύνει κυρίως τις βραχυπρόθεσμες επιδρομές στις ξένες αγορές νομίσματος και αυτό το ποσοστό γίνεται μεγαλύτερο όσο μειώνεται η διάρκεια της επιδρομής. Η επιβάρυνση αυτή αντιπροσωπεύει αμελητέα ποσότητα για τις μακροχρόνιες επενδύσεις σε τίτλους ή τις άμεσες επενδύσεις σε άλλες χώρες και είναι εξαιρετικά ισχνή αν συγκριθεί με τα συνήθη εμπορικά κόστη ή το κόστος μεταφοράς για να επηρεάσει αρνητικά το εμπόριο προϊόντων.

Κατά συνέπεια ένα τέτοιο σύστημα έχει το πλεονέκτημα να στρέφεται ενάντια στις βραχυπρόθεσμες μετακινήσεις κεφαλαίων κερδοσκοπικού χαρακτήρα χωρίς να επηρεάζει τις μακροχρόνιες μετακινήσεις, το οποίο όμως απαιτεί μια συναίνεση σε διεθνές επίπεδο δύσκολα επιτεύξιμη, λόγω εμποδίων κυρίως πολιτικής παρά τεχνικής φύσεως. Ο μηχανισμός εμπεριέχει μία ιδέα που έρχεται σε αντίθεση με τις βασικές αρχές του νεοφιλελευθερισμού δηλαδή την μείωση των φόρων, την περαιτέρω απελευθέρωση των χρηματιστηριακών συναλλαγών και γενικότερα των αγορών καθώς και την μείωση του ρόλου του κράτους.

Πρακτικά, ο μηχανισμός του Τobin αφορά την επιβολή ενός φόρου στις αγορές και πωλήσεις νομισμάτων σε παγκόσμιο επίπεδο, με ένα ενιαίο ποσοστό που θα εφαρμόζεται στην πηγή της συναλλαγής, ενώ παράλληλα ένας πολυμερής οργανισμός, όπως το ΔΝΤ ή η Τράπεζα Διεθνών Συναλλαγών, θα ορίζει το ύψος του φόρου, θα επιβλέπει την τήρηση της εφαρμογή του σε εθνικό επίπεδο και θα έχει την δυνατότητα να επιβάλει κυρώσεις στις χώρες που δεν τηρούν το μέτρο.

Στην κριτική της πρότασης του ως μη ρεαλιστικής, ο Τobin παρατηρεί ότι μία άλλη πολυμερής οργάνωση η GATT, έχει καταφέρει να υιοθετήσει σε ικανοποιητικό βαθμό κανόνες διεθνούς συμπεριφοράς ακόμη πιο σύνθετους.

Σε ότι αφορά στο επιχείρημα ότι η ύπαρξη φορολογικών παραδείσων αποτελεί εμπόδιο στην επιτυχία του εγχειρήματος, πρέπει να σημειωθεί ότι η μεταφορά κεφαλαίων σε διεθνές επίπεδο είναι σε μεγάλο βαθμό συγκεντρωμένη και ελεγχόμενη από τις κεντρικές τράπεζες, τις οργανωμένες αγορές και τους διεθνείς οργανισμούς συμψηφισμού, με αποτέλεσμα η συνεργασία των φορέων αυτών να είναι σε θέση να μειώσει δραστικά τον ρόλο των φορολογικών παραδείσων. ?πιπλέον, οι χώρες του ΟΟΣΑ έχουν τα μέσα να επιβάλουν την αλλαγή της νομοθεσίας με την εφαρμογή φόρου ποινής στην είσοδο και έξοδο κεφαλαίων από και προς τους φορολογικούς παραδείσους που αποτελούν χώρους φοροδιαφυγής και ξεπλύματος χρήματος

Εκτός από τους αρχικούς στόχους του φόρου Τobin - αύξηση στην αυτονομία άσκησης μακροοικονομικής πολιτικής και νομισματική σταθερότητα - ακόμη μεγαλύτερο ενδιαφέρον προκαλεί η ικανότητα του να δημιουργήσει έσοδα για τις κυβερνήσεις σε μια εποχή που δυσκολεύονται να μειώσουν τα ελλείμματα τους και σε μία περίοδο όπου οι διεθνείς οργανισμοί αντιμετωπίζουν σοβαρό πρόβλημα έλλειψης πόρων.

Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι σύμφωνα με μία εκτίμηση της Διάσκεψης των Ηνωμένων Εθνών για το Εμπόριο και την Ανάπτυξη (UNCTD) που βασίζεται στην υπόθεση ότι ο ημερήσιος όγκος συναλλαγών στην αγορά συναλλάγματος ανέρχεται σε 1000 δισ. δολάρια, το προϊόν του φόρου Τobin με ποσοστό 1% θα ανερχόταν σε 720 δισ. Δολάρια.

Τα έσοδα του φόρου θα μπορούσαν να εισρέουν σε ένα κοινό Ταμείο που θα το ελέγχει είτε το ΔΝΤ είτε η Παγκόσμια Τράπεζα είτε μία άλλη δημοκρατική δομή υπό των έλεγχο των Ηνωμένων Εθνών και να διατεθούν για διεθνείς σκοπούς (καταπολέμηση της φτώχειας και της επιδείνωσης του περιβάλλοντος, προώθηση της εκπαίδευσης και της υγείας στις φτωχές χώρες κ.λ.π.)

Αξίζει να σημειωθεί ότι η τελευταία έκθεση του Προγράμματος των Ηνωμένων Εθνών για την Ανάπτυξη (UNPD) eκτιμά σε 40 δισ. δολάρια τους αναγκαίους πόρους για την κάλυψη του συνόλου των βασικών αναγκών για τους πληθυσμούς των υπό ανάπτυξη χωρών (τροφή, πόσιμο νερό, υποδομές υγιεινής, εκπαίδευση, υγεία)

Με πρωτοβουλία της Monde Diplomatique dημιουργήθηκε το 1998 από συνδικάτα, οργανώσεις και διάφορα έντυπα ο “σύλλογος για την φορολόγηση των χρηματιστικών συναλλαγών και την βοήθεια προς τους πολίτες” (ΑTTAC) και έχει ξεκινήσει στην Γαλλία και σε άλλες χώρες της Ευρώπης μία δημόσια συζήτηση - μεταξύ άλλων- σχετικά με τους πρακτικούς τρόπους εφαρμογής του φόρου ΤΟΒΙΝ και κυρίως μία σειρά από ενέργειες με στόχο την ευαισθητοποίηση των πολιτών για την άσκηση πίεσης στις διάφορες κυβερνήσεις.

Ο φόρος Τobin δεν αποτελεί πανάκεια αλλά εφαλτήριο για μια συνολική μεταρρύθμιση του χρηματιστικού συστήματος και απαιτείται περαιτέρω εμβάθυνση των εργαλείων που θα επιτρέψουν την διαμόρφωση άλλων μέτρων για την επέκταση του φορολογίας και σε άλλες χρηματιστικές πράξεις. Αποτελεί όμως ένα πρώτο βήμα για την οικοδόμηση μιας παγκόσμιας οικονομίας όπου η οικονομική ανάπτυξη θα συμβαδίζει με την κοινωνική δικαιοσύνη και την αναδιανομή του εισοδήματος.

Δεν υπάρχουν σχόλια: