24.12.07

Η καλύτερη άμυνα είναι η επίθεση

Η μεγάλη επιτυχία της απεργίας και οι εκπληκτικές συγκεντρώσεις των συνδικάτων σε όλη τη χώρα, μας υποχρεώνουν όλους να δώσουμε τον καλύτερο μας εαυτό στη διαχείριση αυτού του αγώνα, ο οποίος μπορεί να αποβεί νικηφόρος. Ήδη υπάρχουν τα πρώτα δείγματα μιας κυβερνητικής αμηχανίας. Η κυβέρνηση Καραμανλή αισθάνεται τεράστια πίεση και παρότι προσπάθησε να το αποφύγει, εντούτοις συναντά ένα κλίμα αντιπαράθεσης, αντίστοιχο με αυτό της περιόδου Σημίτη-Γιαννίτση, που οδήγησε την τότε κυβέρνηση σε άτακτη υποχώρηση. Ο κόσμος στις 12/12 βγήκε στους δρόμους, όχι γιατί εξήγγειλε κάτι πολύ συγκεκριμένο η κυβέρνηση, αλλά γιατί το αισθητήριο του και η εμπειρία του, από τις διαδοχικές αντιασφαλιστικές παρεμβάσεις της Ν.Δ. και του ΠΑΣΟΚ, τον έκανε να καταλάβει ότι, η οποιαδήποτε ανακίνηση του ασφαλιστικού γίνεται τελικά σε βάρος του.
Η κυβέρνηση βρίσκεται σε απομόνωση, αφού με την τακτική της πρόκλησης σύγχυσης, των διαρροών, των μισόλογων και της επιλεκτικής επίθεσης σε ορισμένες κατηγορίες, στο όνομα των υπερβολών και των αδικιών, πέτυχε ακριβώς το αντίθετο από το προσδοκώμενο αποτέλεσμα: να τους βάλει όλους απέναντι της.
Σήμερα, η κυβέρνηση και τα διάφορα παπαγαλάκια, επιχειρούν να προκαλέσουν εφησυχασμό, μιλώντας για ήπια σενάρια. Οι εργαζόμενοι δεν πρέπει να πέσουν σ' αυτή την παγίδα, που δίνει χρόνο στην κυβέρνηση, να ανασυνταχθεί και να προχωρήσει σε αιφνιδιασμό. Τα συνδικάτα πρέπει να συμβάλλουν με αποφάσεις τους στην συνέχιση του αγώνα, με νέο απεργιακό βήμα στα τέλη Γενάρη ή αρχές Φλεβάρη και να πολλαπλασιάσουν τις δράσεις για την ενημέρωση των εργαζομένων και την ενεργοποίηση τους στους τόπους δουλειάς και κατοικίας. Καθοριστικό στοιχείο επιτυχίας θα είναι η συγκρότηση ενός ευρύτατου κοινωνικού μετώπου εργαζομένων, επιστημόνων, δημοσιογράφων, επαγγελματοβιοτεχνών, αγροτών, το οποίο θα συντονίζεται αγωνιστικά με ένα κοινό πλαίσιο, που θα αφορά τους γενικούς άξονες για ένα ισχυρό δημόσιο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης.

Με επιθετικούς στόχους το κίνημα

Το συνδικαλιστικό κίνημα, ακόμη και στη θεωρητική περίπτωση που η κυβέρνηση έκανε πίσω και δεν προωθούσε κανένα μέτρο, δε θα ήταν ευχαριστημένο. Θα ήταν μια μερική νίκη. Διότι, ναι μεν δε θα είχαμε καμία επί πλέον νομοθετικού χαρακτήρα επιδείνωση, όμως θα παραμέναμε σε ένα πλαίσιο, που καθορίζεται από τους αντιασφαλιστικούς νόμους \Σιούφα\ και \Ρέππα\, το οποίο συνεχίζει τη διαχρονική επιδείνωση των ασφαλιστικών όρων και δικαιωμάτων. Θα διαιωνιζόταν ένα πλαίσιο υποχρηματοδότησης και υπονόμευσης της βιωσιμότητας του ασφαλιστικού συστήματος. Θα συνεχιζόταν επίσης μια κατάσταση κοινωνικής ελλειμματικότητας, αφού οι συντάξεις της πλειονότητας των εργαζομένων, θα παρέμεναν σε εξευτελιστικά χαμηλά επίπεδα.
Οι στόχοι μας πρέπει να είναι επιθετικοί και όχι μόνο αμυντικοί. Αυτό εξασφαλίζεται από το πλαίσιο της ΓΣΕΕ (διακήρυξη της ΓΣΕΕ για την απεργία), το οποίο με σαφήνεια συγκρούεται με το νομοθετικό πλαίσιο Σιούφα-Ρέππα και το οποίο ορισμένες δυνάμεις θα ήθελαν να αποδομήσουν.
Έχει αξία να σταθούμε λίγο στο νόμο Ρέππα, τον οποίο μερικοί παρά την αρχική τους συστολή αρχίζουν τελικά να εκθειάζουν.
Υπενθυμίζουμε ότι, στις τότε διαδικασίες διαμόρφωσης του νόμου Ρέππα, η ΑΔΕΔΥ είχε διαφωνήσει, όπως και η ΓΣΕΕ, η οποία μάλιστα με πλειοψηφία (Αυτόνομη Παρέμβαση-ΠΑΜΕ-ΔΑΚΕ), είχε προκηρύξει 24ώρη απεργία, παρά την αντίθεση της ΠΑΣΚΕ.
Ο νόμος Ρέππα ήταν ο συμβιβασμός, στον οποίο κατέληξε η ηγετική ομάδα του ΠΑΣΟΚ με την ηγεσία της ΠΑΣΚΕ, μετά τη σύγκρουση επί υπουργίας του κ. \Γιαννίτση\. Ένας συμβιβασμός απαράδεκτος, τον οποίο καταγγείλαμε και τον οποίο επωμίστηκε ο τέως πρόεδρος της ΓΣΕΕ, ο οποίος μάλιστα επαίρεται γι' αυτό.
Η ηγεσία της ΠΑΣΚΕ δέχτηκε τότε να ανταλλάξει μια προσωρινή και επισφαλή εξαίρεση του ΙΚΑ, από μια περαιτέρω υποβάθμιση, αποδεχόμενη όμως μείωση των συντάξεων, σε μια μεγάλη κατηγορία εργαζομένων (περίπου 700.000), καθώς επίσης την εισαγωγή της λειτουργίας της ιδιωτικής ασφάλισης και τη διαδικασία των υποχρεωτικών ενοποιήσεων.

Πού οδηγεί ο νόμος Ρέππα

Στην ουσία και πιο αναλυτικά, ο απαράδεκτος τότε συμβιβασμός της ΠΑΣΚΕ οδήγησε:
1. Στην υιοθέτηση από μερίδα του συνδικαλιστικού κινήματος των αντιασφαλιστικών διατάξεων του νόμου Σιούφα, ιδίως με τις κατηγοριοποιήσεις μεταξύ των ασφαλισμένων, που αφορούν και στο ΙΚΑ.
2. Στη νομιμοποίηση της διαδικασίας αποχαρακτηρισμού των βαρέων και ανθυγιεινών.
3. Στη μείωση από 1/1/2008 των συντάξεων του Δημοσίου, ΔΕΚΟ-Τραπεζών, η οποία στην κατάληξη της οδηγεί σε 12,5% μείωση των συντάξεων. Το απαράδεκτο είναι να βάζει το συνδικάτο την υπογραφή του σε μειώσεις συντάξεων, έστω και αν είναι ένα ευρώ. Το επιχείρημα ότι αυξήθηκε η σύνταξη των ασφαλισμένων μετά το 1992 στο 70% από 60% είναι άτοπο, διότι η εφαρμογή αυτού του μέτρου αρχίζει από το 2025 (μπορεί να μην υπάρχει καν η διάταξη αυτή τότε), ενώ η μείωση των συντάξεων αρχίζει από το 2008.
4.Στην υποχρεωτική ενοποίηση κύριας και επικουρικής ασφάλισης. Ιδιαίτερα για την επικουρική ασφάλιση, δίνεται η ευχέρεια στον εκάστοτε υπουργό, να αλλάζει όλους τους όρους χωρίς νέα νομοθετική ρύθμιση, ενώ υποχρεώνει τα επικουρικά ταμεία ή να ομαδοποιηθούν ή να ενταχθούν εντός 18 μηνών στο ΙΚΑ-ΕΤΕΑΜ. Να ενταχθούν δηλαδή σε ένα ταμείο φάντασμα το οποίο έχει έλλειμμα 6 δισ. ευρώ.
5. Στην εισαγωγή του ατομικού κεφαλαιοποιητικού συστήματος στην ασφάλιση με τα επαγγελματικά ταμεία, με τα οποία οι νεοφιλελεύθεροι θέλουν να υποκαταστήσουν την επικουρική ασφάλιση και να αποτελέσουν το δεύτερο πυλώνα της ασφάλισης.
Τέλος, και εξαιρετικά σημαντικό είναι ότι, διατηρήθηκε η υποχρηματοδότηση του ΙΚΑ, αφού το 1% του ΑΕΠ δεν αρκεί, ενώ είναι λιγότερο από την κρατική συνεισφορά κατά 3/9 των εισφορών, που διεκδικεί το κίνημα. Σημειωτέον ότι, ταυτόχρονα καταργήθηκε η υποχρέωση του κράτους να χορηγεί το 10% του μισθού για κάθε ασφαλισμένο μετά το 1993. Την ανεπάρκεια αυτής της χρηματοδότησης ομολόγησε, εκ των υστέρων, η ίδια η ΓΣΕΕ, αφού σύμφωνα με μελέτη του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ, εκτιμάται ότι η αναγκαία χρηματοδότηση στο ΙΚΑ, πρέπει να ισοδυναμεί με 2,5% του ΑΕΠ.
Συμπερασματικά λοιπόν, το συνδικαλιστικό κίνημα πρέπει να έχει καθαρά στο στόχαστρο του, τους νόμους Ρέππα και Σιούφα και να ζητά την αντικατάσταση αυτού του απαράδεκτου νομοθετικού πλαισίου, με βάση τις διεκδικήσεις του. Οποιαδήποτε παραβίαση αυτής της λογικής, παγιδεύει το συνδικαλιστικό κίνημα και υπονομεύει αυτόν τον μεγάλο αγώνα που εκτυλίσσεται. Άλλωστε, όπως θα έλεγαν και οι πρόγονοι μας: "το δις εξαμαρτείν ουκ ανδρός σοφού", και η σοφία μας χρειάζεται πολύ σ' αυτή τη φάση.
Του Αλέκου Καλύβη, Αναπληρωτή προέδρου της ΓΣΕΕ. Δημοσιεύθηκε στην ΑΥΓΗ την 23.12.2007

Δεν υπάρχουν σχόλια: