16.11.07

ΠΟΣΟ ΚΑΚΕΣ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΠΑΡΑΤΑΞΕΙΣ; ΤΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΠΑΡΑΙΤΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΔΣ

ΜΕΡΟΣ 1ο: ΓΙΑ ΤΗΝ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΠΑΡΑΤΑΞΕΩΝ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΣΕΜΟΔ

Συνάδελφοι, τελευταία είμαστε μάρτυρες μιας έντονης κρίσης που ξέσπασε, στο Δ.Σ. του συλλόγου και που είχε ως αποτέλεσμα την παραίτηση τεσσάρων μελών του με συνέπεια να οδηγηθούμε στην πιο μεγάλη κρίση εκπροσώπησης στο σύλλογο από την ίδρυσή του (κρίση με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά αλλά και με επιτακτική ανάγκη να ξεπεραστεί σε σχέση με τα τρέχοντα και επείγοντα θέματα όπως το Νομοσχέδιο και η ΣΣΕ). Δεν θα σταθούμε στον παραληρηματικό λόγο του πρώην προέδρου αλλά στην εξήγηση που έδωσαν οι άλλοι τρεις παραιτηθέντες (Μπάρδας, Πραμαντιώτης, Καραγιάννης) για τους λόγους της πράξης τους. Οι τρείς με απλό και περιεκτικό τρόπο αλλά και με περισσό θράσος δήλωσαν πως «….μετά τη διαμόρφωση παρατάξεων, οι διαφορές στη φιλοσοφία είναι πλέον εμφανείς και επηρεάζουν αρνητικά τη λειτουργία του ΔΣ. Για τους πιο πάνω λόγους θεωρούμε ότι πρέπει να υπάρξει άμεσα νέα εντολή από τα μέλη μας, έτσι ώστε να προκύψει ένα νέο ΔΣ που να εκφράζει την πραγματική τους βούληση». Ουσιαστικά δηλαδή, οι παραιτηθέντες επιδιώκοντας νέους συσχετισμούς στο Δ.Σ. και πιστεύοντας ότι θα επικρατήσουν, «τζογάρουν» και προκαλούν σύγκρουση εκβιάζοντας καταστάσεις και επιδιώκοντας την εξάλειψη των αντιπάλων.

Για τους τρεις αυτούς συναδέλφους ο κύριος λόγος παραίτησης τους είναι απλά και μόνο η παραταξιακή έκφραση συναδέλφων, η ενασχόληση τους δηλαδή με τα εργασιακά θέματα της ΜΟΔ μέσα από το πρίσμα ένταξης σε οργανωμένες ομάδες - παρατάξεις. Ενώ οι ίδιοι, αν και πολιτικοποιημένοι, ισχυρίζονται ότι κρατούν στην άκρη τις όποιες πολιτικές και κομματικές «καταβολές» τους και «αγνοί» από άλλα συμφέροντα εκπροσωπούν άμεσα μόνο τους εργαζόμενους και τις ανάγκες τους.

Ας δούμε όμως πιο προσεκτικά τα επιχειρήματα τους και τι προτείνουν, αντί των παρατάξεων, καθώς αυτά που προφασίζονται ως αιτίες της παραίτησης τους είναι υπαρκτές αντιλήψεις μέσα στον ΣΕΜΟΔ και μάλλον, σε αρκετές περιπτώσεις, αυτές πλειοψηφούν.

Οι παραιτηθέντες έχουν την πεποίθηση «…ότι το κάθε μέλος του ΔΣ μπαίνοντας στη συνεδρίαση πρέπει να λογοδοτεί ατομικά μόνο στη συνείδησή του και στα μέλη που τον/την ψήφισαν και όχι σε κάποια παράταξη.» Αν και το παραπάνω σχηματίζει μια καλογραμμένη πρόταση δεν αποτελεί παρά έναν πολύ εύστοχο ορισμό του παραγοντισμού και των παραγοντίσκων. Ο παραγοντίσκος δεν λογοδοτεί πουθενά, παρά μόνο στη συνείδηση του, η «θεσμική» εμφάνιση της οποίας δεν είναι εξασφαλισμένη. Η δε διαδικασία της απολογίας του στη συνείδηση του είναι μια μη ορατή, από τα μέλη του συλλόγου, πρακτική που διεξάγεται κατά τις βραδινές ώρες και πριν αυτός αποκοιμηθεί. Αλλά ούτε και η άλλη διαδικασία, η απολογία του δηλαδή στα μέλη που τον ψήφισαν, είναι θεσμοποιημένη αφού συνήθως σε αυτές τις περιπτώσεις τα μέλη δεν τον καλούν σε απολογία, οπότε αυτός γιατί να πάει. Με λίγα λόγια ο παραγοντίσκος δρα ανεξέλεγκτα και το μόνο που κάνει είναι να επαναλαμβάνει αγοραίες κοινοτοπίες περί «ακομμάτιστης συμπεριφοράς» και άλλα εύηχα ενώ κάνει αισθητή την παρουσία του κυρίως σε «προεκλογικές περιόδους». Εκείνο όμως που ενδιαφέρει τον σύλλογο δεν είναι τόσο αυτός ως πρόσωπο αλλά ο τρόπος που δρα. Οι «παράγοντες» για να διαδίδουν την προσωπικότητα τους στηρίζονται σε μηχανισμούς κινητοποίησης μελών οι οποίοι οργανώνονται κυρίως στη βάση «πελατειακών» σχέσεων. Έτσι, προεκλογικά αραδιάζουν απίστευτα πράγματα, ισχυρίζονται ότι διαχειρίζονται «επαφές» και διαθέτουν «κονέ», θεοποιούν τις επικοινωνιακές διαδικασίες χωρίς ουσία όμως ή πολιτικές δεσμεύσεις. Αυτός είναι ο παραγοντίσκος και αυτή είναι η συλλογικότητα που προτείνει στη θέση των «κακών» παρατάξεων.

Ας εξετάσουμε το κατά πόσο ευσταθεί το κύριο επιχείρημα τους πως για την όποια κρίση που περνά ο σύλλογος ευθύνονται οι παρατάξεις. Αν κωδικοποιούσαμε το παραπάνω επιχείρημα με ιστορικούς - πολιτικούς όρους, τότε σύμφωνα με τους ισχυρισμούς τους, στο σημείο της ιστορίας του συλλόγου κατά το οποίο εμφανίζονται οι παρατάξεις, εμφανίζεται ταυτόχρονα και η κάμψη της μαχητικότητας του ΣΕΜΟΔ και οι κρίσεις στις σχέσεις των μελών του ΔΣ. Όμως τα πράγματα δεν είναι έτσι και η ανεπάρκεια εκπροσώπησης του συλλόγου έχει πολιτική αιτία.

Η διαδρομή του συλλόγου μπορεί, χονδρικά, να περιοδολογηθεί σε τρεις φάσεις:

Η πρώτη φάση εκτείνεται από την ίδρυση του ΣΕΜΟΔ μέχρι και τις πρώτες εκλογές και την ανάδειξη του Δ.Σ. Τα πάντα λειτουργούν μέσα σε ένα σχεδόν «αγαπησιάρικο» πνεύμα. Υπάρχουν τα ιδρυτικά μέλη του συλλόγου, τα οποία αποκτούν, αμέσως, μια αναγνωρισιμότητα γιατί είναι αυτοί που έχουν πάρει όλες τις πρωτοβουλίες για τη δημιουργία του συλλόγου. Είναι η εποχή των καλών σχέσεων και της οικειότητας. Η δημιουργία του ΣΕΜΟΔ, η αντιπαράθεση του με τον άλλο σύλλογο των εργαζομένων του ΚΠΣ που θα τον φέρει νικητή στον ανταγωνισμό για την έκφραση των σχέσεων εκπροσώπησης θα αποτελέσουν τους κύριους παράγοντες της ενότητας μας. Οι ιδιαίτερες πολιτικές και κομματικές καταβολές του καθενός δεν ενδιαφέρουν. Οι πρώτες εκλογές γίνονται και οι επιλογές των ψηφοφόρων επηρεάζονται από δυο παράγοντες α) την αναγνωρισιμότητα που αναφέραμε παραπάνω της πρώτης «φουρνιάς» των συναδέλφων και β) την οικειότητα των υποψηφίων για το ΔΣ με τους συναδέλφους τους στις ΕΥΔ.

Η δεύτερη περίοδος ξεκινά με τις πολύ επιτυχημένες απεργίες του ΣΕΜΟΔ, εμπεριέχει την επιτυχία των συμβάσεων αορίστου χρόνου και τελειώνει με την επίσης επιτυχημένη ΣΣΕ που έρχεται να ορθολογικοποιήσει, έως σε ένα βαθμό, τις μισθολογικές διαφορές μιας ανταγωνιστικής αγοράς εργασίας και να προτείνει έναν θεσμικό τρόπο επίτευξης αυξήσεων, πέρα από το ενιαίο μισθολόγιο του δημοσίου αλλά και πέρα από τη λογική των ατομικών διαπραγματεύσεων. Οι επιτυχίες αυτές δεν οφείλονται όμως στην αναγνωρισιμότητα του εκλεγμένου ΔΣ ούτε στον «ακηδεμόνευτο» χαρακτήρα των προσώπων του. Η μαχητικότητα και οι επιτυχίες δεν οφείλονται στις παρατάξεις. Αυτές δεν έχουν εμφανιστεί ακόμα. Ούτε όμως και στα «αγνά» και ακομμάτιστα πρόσωπα. Οι επιτυχίες οφείλονται στην μαζικότητα και τις συλλογικές διαδικασίες, φαινόμενα που δεν εντάσσονται σε πρακτικές αυστηρής προσήλωσης στα εργασιακά μας (μοντέλο συνδικαλισμού που προτείνουν οι τρεις παραιτηθέντες) αλλά σε πρακτικές ευρύτερης στρατηγικής με πολιτικές και ιδεολογικές επιλογές άμεσα συνδεδεμένες με συνολικές κοινωνικές και εργασιακές αξίες (συλλογικότητα έναντι ατομικότητας, αλληλεγγύη έναντι προσωπικής ανέλιξης, πολιτική επιχειρηματολογία έναντι «επαφών κορυφής», έξυπνη χρήση του αγωνιστικού οπλοστασίου έναντι απλών παραστάσεων επίδοσης γνώμης).

Η τρίτη περίοδος αρχίζει αμέσως μετά την υπογραφή της 1ης ΣΣΕ. Επακολουθεί μια φυσιολογική κάμψη της αγωνιστικότητας του συλλόγου η οποία πολύ γρήγορα γίνεται παράλυση. Οι συμβάσεις αορίστου μπορεί να ρύθμισαν την επισφάλεια των διετών και τριετών συμβάσεων του Πάχτα αλλά παράλληλα επέφεραν και μια αγωνιστική και πολιτική καθήλωση, Κάποιοι ορίζοντες έκλεισαν, το οραματικό κενό εμφανίστηκε ανησυχητικά και οι συνθήκες στην αγορά εργασίας οξύνθηκαν εις βάρος της μισθωτής εργασίας. Η 4η προγραμματική περίοδος θα επιφέρει μια σειρά από αρνητικές ρυθμίσεις, οι ΣΣΕ βρίσκονται συνολικά στο στόχαστρο της οικονομικής πολιτικής, το ασφαλιστικό καραδοκεί και το γενικότερο πολιτικό κλίμα υπόσχεται αμυντικούς αγώνες. Ο σύλλογος όμως ούτε καν αμυντικούς αγώνες δεν μπορεί να διεξάγει. Στην καλύτερη περίπτωση διατυπώνει «track changes» σε νομοθετήματα. Είναι η εποχή που έχουν εμφανιστεί οι παρατάξεις (αρκετά νωρίς η ΑΚΕ και κατόπιν η Αυτόνομη Παρέμβαση) και παράλληλα έχει ξεσπάσει με ένταση ένα, υποβόσκον όλο το προηγούμενο διάστημα, δυσάρεστο κλίμα στο ΔΣ με προβληματικές προσωπικές συμπεριφορές και νοοτροπίες που αυτονομούνται από τις συλλογικές διαδικασίες. Τα πολιτικά αντανακλαστικά του ΣΕΜΟΔ είναι τόσο χαμηλά που επισκιάζονται από τις εκρηκτικές ιδιοσυγκρασίες των μελών του Δ.Σ. Φταίνε οι παρατάξεις; Όχι βέβαια, στο βαθμό και για τον λόγο που ισχυρίζονται οι τρεις συνάδελφοι. Οι παρατάξεις δεν φταίνε για την χαμηλή αγωνιστικότητα, ούτε για τους σκυλοκαβγάδες. Οι παρατάξεις φταίνε γιατί στάθηκαν ανεπαρκείς να μεταφέρουν τον σύλλογο, με πολιτικό τρόπο, σε μια νέα εποχή. Οι παρατάξεις στάθηκαν ανεπαρκείς να αντικαταστήσουν τα «πρόσωπα» στις σχέσεις εκπροσώπησης. Η ΑΚΕ, πιο συγκεκριμένα, δεν πολιτικοποίησε στο ελάχιστο τις προσωπικές αντιθέσεις των μελών του Δ.Σ. Η Αυτόνομη Παρέμβαση δεν τόνισε όπως θα έπρεπε έγκαιρα, τον ευκαιριακό χαρακτήρα του «ενιαίου» ψηφοδελτίου.

Η ανεπάρκεια όμως ξεκινάει από τον προσωποπαγή συνδικαλισμό. Είναι αυτός που επισκιάζει τις παρατάξεις και όχι το αντίστροφο. Πώς αυτός ο συνδικαλισμός που πιστεύουν οι τρεις συνάδελφοι θα μπορέσει να αντιμετωπίσει τις αναδιαρθρώσεις της 4ης προγραμματικής περιόδου; Πώς η κοντόφθαλμη επικέντρωση στα στενά εργασιακά θα αντιμετωπίσει έναν εργοδότη που αλλάζει συνεχώς πρόσωπα και θέσεις (άλλοτε είναι η ΜΟΔ, άλλοτε η διαχειριστική αρχή, άλλοτε το ΥΠΟΙΟ και από τώρα και στο εξής θα είναι και ο ΑΟΠ). Τα οικεία πρόσωπα της πρώτης «φουρνιάς» ξεπεράστηκαν από τις εξελίξεις.

Άρα, δεν πρόκειται για μια «εισβολή» των παρατάξεων στα ακομμάτιστα ήθη και έθιμα του συλλόγου που οδήγησε σε μια αλλοίωση της βούλησης της βάσης. Πρόκειται για μια πτώση της μαζικότητας των διαδικασιών και της αγωνιστικότητας του συλλόγου που οφείλεται α) στην έλλειψη στόχων και στην προσκόλληση στα «κεκτημένα» β) στις νέες πολιτικές συνθήκες που δίνουν και το στίγμα των πρωτοβουλιών αναδιάρθρωσης και γ) στο ξεπέρασμα του συνδικαλιστικού μοντέλου που στηρίζονταν στα «αναγνωρισμένα» πρόσωπα. Θα πρέπει να καταλάβουμε ότι τα «αναγνωρισμένα» πρόσωπα είναι καταστατικά ανεπαρκή να απαντήσουν επιθετικά στις πρωτοβουλίες των προγραμματικών αρχών και της εργοδοσίας. Τα φαινόμενα παρακμής που βιώνουμε δεν οφείλονται στην επιβολή της παρουσίας των παρατάξεων. Οφείλονται στο ακριβώς αντίθετο. Στη, χαμηλής έντασης, παρουσία των παρατάξεων που δεν κατάφεραν να παρουσιάσουν ένα νέο υπόδειγμα μαζικότητας. Εκεί που διαφωνούμε με την ΑΚΕ είναι στο ότι αυτή πιστεύει εντέλει, σε ένα μοντέλο μαζικότητας που όμως έχει κλείσει τον ιστορικό του κύκλο και έχει απέλθει οριστικά, άσχετα με τις επικλήσεις στο αγωνιστικό φιλότιμο των συναδέλφων. Η ΑΚΕ βλέπει «μέτωπα» αλλά δυσκολεύεται να αναγνώσει συσχετισμούς, να εκτιμήσει καταστάσεις και να κάνει συμμαχίες, θεωρώντας τις ως ευκαιριακές συμπράξεις. Τον πολιτικό ελιγμό που η Αυτόνομη Παρέμβαση θεωρεί «ικανότητα» η ΑΚΕ τον θεωρεί «καιροσκοπισμό».

Όμως, η νέα μαζικότητα δεν θα προέλθει από τη διασφάλιση των στοιχειωδών εργασιακών συνθηκών (αυξήσεις, μικροαιτήματα και μίνιμουμ παρεμβάσεις). Οι αμυντικοί αγώνες είναι χρήσιμοι αλλά όχι επαρκείς, ενώ οι συνδικαλιστικές μορφές έκφρασης έχουν συντομότερο κύκλο ζωής από άλλες μορφές συλλογικότητας (π.χ. κόμματα). Για παράδειγμα, ο εργοστασιακός συνδικαλισμός στην Ελλάδα διήρκεσε μια δεκαετία το πολύ. Ο κύκλος του έκλεισε όταν έκλεισαν και οι ευρύτεροι επιχειρηματικοί και τεχνολογικοί κύκλοι στους οποίους αναφέρονταν (π.χ. προβληματικές επιχειρήσεις). Άλλο τόσο διήρκησε και ο συνδικαλισμός των ΔΕΚΟ (ή της ΟΤΟΕ) ενώ και αυτών ο κύκλος κλείνει με τις ιδιωτικοποιήσεις. Ο κύκλος του ΣΕΜΟΔ μοιάζει να εξαρτάται από τους «προγραμματικούς κύκλους» διαχείρισης των Κοινοτικών Πλαισίων. Αν δεν εξετάσουμε που κλείνουν παλιοί κύκλοι και που ανοίγουν ευκαιρίες για νέους συνδικαλιστικούς αγώνες και άρα νέες μορφές συνδικαλιστικής οργάνωσης, απλά θα υποστούμε το «μοιραίο». Τελικά, για να διαρρήξουμε αυτόν τον κύκλο φθοράς, απαιτούνται νέες συλλογικότητες και ευρύτερες πολιτικές και ιδεολογικές αναφορές και επιρροές (κάτι που οι τρεις συνάδελφοι αποφεύγουν όπως ο διάολος το λιβάνι). Απαιτούνται συμμαχίες μεταξύ διαφορετικών οπτικών, απαιτούνται συμπράξεις και απαιτούνται διαχωριστικές γραμμές. Απαιτείται, τέλος, επιλογή μορφών συλλογικής δράσης και όχι απλά επιλογές προσώπων από καταλόγους ενιαίων ψηφοδελτίων που περιέχουν τα πάντα.

Συνάδελφοι, οι παρατάξεις δεν είναι το απόλυτο κακό ούτε όμως πανάκεια. Αποτελούν κάποιον ελάχιστο όρο ενότητας, ειδικά αυτήν την στιγμή κρίσης εκπροσώπησης, διότι εάν δεν υπήρχαν, δύο ήταν τα ενδεχόμενα: Είτε θα προέκυπταν δύο ή περισσότερα σωματεία, είτε θα υπήρχε ένα σωματείο – σφραγίδα με τον πρόεδρο του να επιδίδει «αγωνιστικά» ψηφίσματα, να κάνει επισκέψεις σε επιτροπές και αρμοδίους και να βγάζει «ενωτικούς» λόγους. Η κρίση στο ΔΣ είναι επικίνδυνη αλλά και ωφέλιμη. Είναι ένας «σπασμός» αντίδρασης που ελπίζουμε να «ξυπνήσει» το υπόλοιπο «σώμα».

Πέτρος Σταύρου

Μάκης Κουτρούκης

Μέλη της Αυτόνομης Παρέμβασης στο ΕΠΑΝ

ΥΓ. Αυτό που αναφέρουν οι παραιτηθέντες «…εμείς πιστεύουμε σε σύλλογο με γενικότερη πολιτική άποψη αλλά με αιτήματα και διεκδικήσεις αποκλειστικά επικεντρωμένες στα εργασιακά θέματα των εργαζομένων ΜΟΔ.» και όχι σε «Σύλλογο στον οποίο τα εργασιακά μας θέματα είναι ενταγμένα σε γενικότερες ιδεολογικές και παραταξιακές κατευθύνσεις» είναι πολιτική τοποθέτηση περιθωριοποίησης του συνδικαλιστικού κινήματος και περαιτέρω παθητικοποίησης των συναδέλφων και του συλλόγου. Εκτός του ότι είναι μια θέση άστοχη και ανεφάρμοστη, καθότι για παράδειγμα, θεωρούν εκτός «βεληνεκούς» της κριτικής του συλλόγου τον Προϋπολογισμό, ή το ΠΔΕ ή το συνταξιοδοτικό (π.χ. των μηχανικών), ή το σε ποια κατεύθυνση διατίθενται οι πόροι του ΕΣΠΑ κ.λ.π., προσφέρει νομιμοποίηση σε όσους θα ήθελαν ένα σύλλογο χωρίς γνώμη.

Εμάς μας ενδιαφέρει και πιστεύουμε ότι μετέχουμε σε ένα σωματείο όπου τα μέλη του σκέφτονται ευρύτερα πολιτικά, ότι τους ενδιαφέρει η "ανάπτυξη", η κατανομή των πόρων και τα προβλήματα της κοινωνίας όπως τα διαχειρίζονται από την μεριά τους και όχι μόνο να διεκπεραιώνουν ή να "ασχολούνται με τα αμιγώς εργασιακά" και να διαβάζουν και espresso για να είναι ενημερωμένοι πολίτες.

Δεν υπάρχουν σχόλια: